Γεώργιος ο Μοναχός

Γεώργιος ο Μοναχός
(9ος αι.). Χρονογράφος. Στο έργο του Χρονικόν σύντομον διηγείται συνοπτικά τα γεγονότα «από κτίσεως κόσμου» μέχρι της βασιλείας του Θεόφιλου (842). Διεξοδικότερη και ζωηρότερη είναι η αφήγησή του για την περίοδο της εικονομαχίας. Ως πηγή για την ιστορία του Βυζαντίου δεν είναι ιδιαίτερα αξιόλογη· η σπουδαιότητά του έγκειται στο γεγονός ότι το Χρονικό του ήταν το πρώτο βυζαντινό ιστορικό έργο που μεταφράστηκε στις σλαβικές γλώσσες και επηρέασε τις μεταγενέστερες σλαβικές χρονογραφίες.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • Γεώργιος — I (275 – 305 μ.Χ.). Άγιος της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας, γνωστός ως Τροπαιοφόρος και Θαυματουργός. Πληροφορίες για τη ζωή του περιέχουν τα Συναξάρια. Γεννήθηκε από εύπορους χριστιανούς γονείς και διέθετε πολλά φυσικά και πνευματικά χαρίσματα.… …   Dictionary of Greek

  • Αμαρτωλός, Γεώργιος — (9ος αι.). Βυζαντινός χρονογράφος μοναχός. Καταγόταν από την Κωνσταντινούπολη. Το επώνυμό του οφείλεται στη συνήθεια των μοναχών να ονομάζονται έτσι από μετριοφροσύνη. H χρονογραφία του διαιρείται σε τέσσερα βιβλία. Σε αυτά επικρίνει δριμύτατα… …   Dictionary of Greek

  • Μετοχίτης, Γεώργιος — (; – 1328). Θεολόγος και διπλωμάτης. Υπήρξε θερμός υποστηρικτής της ένωσης των εκκλησιών, ενώ στα συγγράμματά του εναντιώθηκε με κάθε τρόπο στους αντιπάλους της. Όταν ο πατριάρχης Ιωάννης Βέκκος καθαιρέθηκε (Ιανουάριος, 1283) ο Μ. εξορίστηκε στο… …   Dictionary of Greek

  • Σφραντζής, Γεώργιος — Βυζαντινός ιστορικός των χρόνων της άλωσης (Κωνσταντινούπολη 1401 Κέρκυρα μετά το 1478). Μετά τις μέτριες μάλλον σπουδές του μπήκε στην υπηρεσία του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου, τον οποίο ακολούθησε και στο Μιστρά, όταν ο νεαρός τότε Κωνσταντίνος… …   Dictionary of Greek

  • ГЕОРГИЙ МОНАХ — [греч. Γεώργιος ὁ Μοναχός] (сер. VIII в.), прп. Сведения о нем содержатся в соч. «Наставление старца о святых иконах», автором к рого является ученик Г. М. Феосевий. Г. М. подвизался на горе Елеон в Киликийском Тавре. Когда имп. Константин V… …   Православная энциклопедия

  • Ηνωμένο Βασίλειο — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βορείου Ιρλανδίας Συντομευμένη ονομασία: Μεγάλη Βρετανία Έκταση: 244.820 τ. χλμ. Πληθυσμός: 59.647.790 (2001) Πρωτεύουσα: Λονδίνο (6.962.319 κάτ. το 2001)Κράτος της βορειοδυτικής… …   Dictionary of Greek

  • Παλαιολόγος — I Επώνυμο μεγάλης βυζαντινής οικογένειας από την οποία προέρχεται και η δυναστεία των Παλαιολόγων. Πολλά μέλη της έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην ιστορική πορεία της αυτοκρατορίας. Από αυτά γνωστότερα είναι: 1. Νικηφόρος. Στρατηγός και υπέρτιμος.… …   Dictionary of Greek

  • Ιταλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ιταλίας Έκταση: 301.230 τ. χλμ. Πληθυσμός: 56.305.568 (2001) Πρωτεύουσα: Ρώμη (2.459.776 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ευρώπης. Συνορεύει στα ΒΔ με τη Γαλλία, στα Β με την Ελβετία και την Αυστρία, στα ΒΑ με τη… …   Dictionary of Greek

  • στέφανος — I Όνομα αγίων της Αν. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Ο πρώτος και πιο γνωστός από τους επτά διακόνους, που είχαν εκλεχτεί για να υπηρετούν τις Αγάπες της πρώτης Εκκλησίας, στην Ιερουσαλήμ. Διακρινόταν για τη μεγάλη του χριστιανική δράση, αλλά… …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Ιστορία (Βυζάντιο, Τουρκοκρατία) — ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΠΕΡΙΓΡΑΜΜΑ ΤΩΝ ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ ΧΡΟΝΩΝ Η ιστορία του Βυζαντίου, μακρόχρονη και περιεκτική σε γεγονότα, παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον. Οικοδομημένη πάνω στα θεμέλια ενός οργανωμένου και ισχυρού ρωμαϊκού κράτους, κατέληξε σε μια δομή καθαρά… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”